"Τα δέκα τα καλά " 10 Ελληνικές ποικιλίες κρασιού που αξίζει να γνωρίζετε!
Entertaining

Τα δέκα τα καλά!
10 Ελληνικές ποικιλίες κρασιού που αξίζει να γνωρίζετε.
Η Ελλάδα είναι μια από τις αρχαιότερες αμπελουργικές περιοχές του κόσμου και μία από τις πρώτες οινοπαραγωγικές περιοχές στην Ευρώπη. Τα πρώτα στοιχεία της παραγωγής χρονολογούνται πριν από 6.500 χρόνια! Παρόλο που στις μέρες μας παράγονται κρασιά τα οποία έχουν αμιγείς ξένες ποικιλίες ή είναι συνδυασμός από Ελληνικές και ξένες, έχει ενδιαφέρον να αναφερθούμε σε κάποιες βασικές καθαρά Ελληνικές, τις οποίες αξίζει όλοι να γνωρίζουμε. Προφανώς υπάρχουν και άλλες πολλές (Αθήρι, Βηλάνα, Βιδιανό,Ντεμπίνα, Ρομπόλα, Μανδηλαριά) που αξίζει εξίσου να ανακαλύψετε και να απολαύσετε. Δεν πρέπει επίσης να παραλείψουμε να πούμε ότι η ελληνική αμπελουργία έχει σημειώσει αλματώδη ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες και οι σύγχρονοι οινοπαραγωγοί με γνώση και πολύ μεράκι ελπίζουν να μετατρέψουν σύντομα τη χώρα μας σε υψηλό προορισμό των απανταχού wine lovers!
Έχει σημασία να μπορούμε να αναγνωρίζουμε όσα αναγράφονται στις ετικέτες των κρασιών μας (που συχνά αποτελούν ...μικρά έργα τέχνης!). Οι ενδείξεις ετικέτας κρασιού χωρίζονται στις υποχρεωτικές και στις προαιρετικές. Οι υποχρεωτικές ενδείξεις είναι οι εξής:
Η κατηγορία κρασιού (π.χ. οίνος ΠΟΠ, ΠΓΕ κ.λπ.). Στην περίπτωση των οίνων ΠΟΠ (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης) και ΠΓΕ (Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη) αναγράφεται και το τοπωνύμιο της προέλευσής τους και όταν η παραγωγή τους πληροί τις προϋποθέσεις (σχεδόν αυτονόητες από την ίδια τη λέξη), μπορεί να αναγραφούν οι ενδείξεις: Κτήμα, Αρχοντικό, Πύργος, Μοναστήρι ή Κάστρο.
Το όνομα και η διεύθυνση του εμφιαλωτή.
- Ο ονομαστικός όγκος της φιάλης (π.χ. 750 ml).
- Ο αλκοολικός τίτλος (π.χ. 12% vol).
- Ο τύπος κρασιού (π.χ. λευκός, γλυκός, αφρώδης κ.λπ.).
- Η ένδειξη ελληνικό προϊόν.
Παράλληλα με τις υποχρεωτικές ενδείξεις ετικέτας κρασιού, οι φιάλες των οίνων ΠΟΠ φορούν «ιππαστί» στο στόμιο τους ειδική ταινία ελέγχου του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ενώ στις ετικέτες των οίνων ΠΓΕ αναγράφεται ένας κωδικός ελέγχου.
Επιπλέον, κάθε οινοπαραγωγός μπορεί να δώσει περισσότερες πληροφορίες για το κρασί του, μέσω των προαιρετικών ενδείξεων ετικέτας κρασιού. Τέτοιες είναι διάφορες προτάσεις σερβιρίσματος, αρμονίας με φαγητό κ.λπ. Ειδικά στα κρασιά ΠΟΠ και ΠΓΕ, που κοινοποιούν την καταγωγή τους, μπορεί να δώσει πληροφορίες για τον τόπο και το σταφύλι παραγωγής, την οινοποίηση, την πιθανή παλαίωση του κρασιού κ.λπ. Μπορεί επίσης να αναγράφεται η εσοδεία (η χρονιά δηλαδή συγκομιδής των σταφυλιών), που προφυλάσσει από την αγορά «γερασμένων» κρασιών, προϊδεάζει για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης φιάλης κ.ά.
Ας δούμε δέκα από τις πιο γνωστά ελληνικά ονόματα (ποικιλίες) , χωρίς φυσικά να ξεχνάμε ή να υποτιμούμε και άλλες μοναδικές ελληνικές ποικιλίες που δίνουν μόνες τους ή σε συνδυασμό με άλλες, υπέροχα ελληνικά κρασιά!
Ασύρτικο
Το Ασύρτικο είναι μια σπάνια λευκή ποικιλία παγκόσμιας κλάσης και μια από τις σπουδαιότερες ποικιλίες που απαντώνται στη λεκάνη της Μεσογείου. Προέρχεται από τη Σαντορίνη, αλλά εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα και έγινε, από άποψη ποιότητας, μία από τις πιο σημαντικές γηγενείς ποικιλίες. Δίνει κυρίως λευκά ξηρά κρασιά, μερικά από τα οποία ωριμάζουν σε βαρέλι. Ωστόσο, ορισμένα γλυκά κρασιά παράγονται από λιαστό σταφύλι (λιαστά κρασιά) της ποικιλίας Ασύρτικο. Είναι μία ποικιλία που διατηρεί την οξύτητά της καθώς ωριμάζει και οδηγεί σε ένα λευκό κρασί με γεύσεις λεμονιού και μια λεπτή επίγευση πίκρας και αλατιού στο φινίρισμα. Το Ασύρτικο απευθύνεται σε άτομα που αναζητούν λευκά κρασιά με αντισυμβατικό, έντονο στυλ ενώ είναι πολύ φιλικό με το φαγητό, ιδίως με το ψητό ψάρι και τα θαλασσινά. |
![]()
|
Μοσχοφίλερο
![]() |
Το Μοσχοφίλερο αναπτύσσεται στην περιοχή της κεντρικής Πελοποννήσου και παράγει ένα ξηρό, αρωματικό λευκό κρασί που προσφέρει ένα καθαρό χαρακτήρα, με γεύσεις ροδάκινου και γλυκού λεμονιού. Όσο παλαιώνουν, τα κρασιά αναπτύσσουν νότες αποξηραμένων φρούτων και βερίκοκων. Αν κάποιος ψάχνει λοιπόν μια ελληνική ποικιλία που να υπόσχεται να δροσίσει και να φρεσκάρει, προσφέροντας ταυτόχρονα έναν πρωτόγνωρο για μεσογειακή χώρα εξωτισμό, το ερυθρωπό Μοσχοφίλερο είναι η λύση. Το χαρισματικό αυτό σταφύλι – το πιο αρωματικό από όλα τα μέλη της οικογένειας των φιλεριών, όπως υποδηλώνει και το όνομά του, με το συνθετικό «μόσχο» – διαθέτει ρώγες με ερυθρωπή ή γκριζωπή φλούδα. Ωστόσο, χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή ξηρών λευκών και ελάχιστων αφρωδών οίνων. |
Αγιωργίτικο
Το Αγιωργίτικο μαζί με το Ξινόμαυρο αποτελούν τις 2 ευγενείς ερυθρές ελληνικές ποικιλίες. Η πατρίδα του είναι η «Μικρή Βουργουνδία» ή αλλιώς η Νεμέα, η οποία έχει χαρακτηριστεί από το 1971 ως η ζώνη για την παραγωγή οίνων με Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ). |
![]() |
Μαλαγουζιά
![]() |
Η Μαλαγουζιά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η ποικιλία-πεμπτουσία της αναγέννησης που έχουν σημειώσει τα σύγχρονα ελληνικά κρασιά, όπως διαπιστώνεται τα τελευταία είκοσι χρόνια. Στη δεκαετία του 1970, η Μαλαγουζιά θεωρείτο εξαφανισμένη και την ήξεραν ελάχιστοι. Σήμερα, πρωτίστως χάρη στις προσπάθειες του οινοπαραγωγού Βαγγέλη Γεροβασιλείου και μετά από επίπονη εργασία πανεπιστημιακών καθηγητών, κορυφαίων καλλιεργητών και οινολόγων, η Μαλαγουζιά θεωρείται ευρέως ως σταφύλι παγκόσμιας εμβέλειας, που δίνει έξοχα ξηρά λευκά κρασιά, καθώς επίσης και μερικά εκπληκτικά γλυκά. |
Ξινόμαυρο
Το Ξινόμαυρο είναι μια μοναδικά ιδιαίτερη ποικιλία της Μακεδονίας, κυρίως στις περιοχές Νάουσα και Αμύνταιο. Παρουσιάζει μια καλή δυναμική παλαίωσης και έναν πλούσιο τανικό χαρακτήρα και υψηλή οξύτητα. Δίνει κρασιά με πολύ χαρακτηριστικά αρώματα και γεύση που πολλές φορές αναγνωρίζονται ακόμα και με τα μάτια κλειστά. Επιπλέον το ξινόμαυρο μπορεί να δώσει ροζέ και λευκά κρασιά, με τη μέθοδο blanc de noir, αλλά και ιδιαίτερα εντυπωσιακά αφρώδη. Το Ξινόμαυρο είναι αποκλειστικά υπεύθυνο ή συμμετέχει στα ερυθρά κρασιά ΠΟΠ Νάουσα, ΠΟΠ Αμύνταιο, ΠΟΠ Γουμένισσα (Ξινόμαυρο – Νεγκόσκα) και ΠΟΠ Ραψάνη (Ξινόμαυρο- Κρασάτο – Σταυρωτό), καθώς και στα ξηρά ήσυχα και αφρώδη κρασιά του Αμυνταίου (ΠΟΠ Αμύνταιο). |
![]() |
Βιδιανό
![]() |
Ένα από τα παλαιότερα κρητικά λευκά σταφύλια, το Βιδιανό είναι ένα ανερχόμενο αστέρι ανάμεσα στις αυτόχθονες ποικιλίες του νησιού. Ήταν σχεδόν εξαφανισμένο μέχρι οι Κρητικοί οινοποιοί να κατανοήσουν τις δυνατότητές του και να εργαστούν σκληρά για να αναβιώσουν τη μεγάλη πολυπλοκότητά του. Το Βιδιανό αποτελεί «κρυμμένο θησαυρό» για κάθε γνώστη οινόφιλο. Πρόκειται για μια λευκή ποικιλία, που προέρχεται από την Κρήτη και χρησιμοποιείται για την παραγωγή λευκών ξηρών οίνων, που μερικές φορές ωριμάζουν σε βαρέλι. Το Βιδιανό είναι μια ποικιλία που εντοπίζεται κυρίως γύρω από την περιοχή του Ρεθύμνου Κρήτης και καλύπτει μικρές εκτάσεις, ενώ υπάρχει ένας εξαιρετικά περιορισμένος αριθμός αμπελώνων πιο ανατολικά, κοντά στο Ηράκλειο. Δίνει κρασιά κιτρινοπράσινου χρώματος, με έντονα, ξεχωριστά και πολυσύνθετα αρώματα, που ανάμεσα σε άλλα θυμίζουν αυτά του ώριμου ροδάκινου και του βερίκοκου, με νύξεις αρωματικών βοτάνων και ορυκτότητας. Στο στόμα είναι γεμάτα και έχουν υψηλή αλκοόλη, την οποία εξισορροπεί ικανοποιητικά η μετρίως υψηλή οξύτητα. |
Σαββατιανό
Επίσης γνωστό ως σταφύλι του Σαββάτου, το Σαββατιανό είναι η κύρια λευκή ποικιλία από την περιοχή της Αττικής, με σημαντική αντοχή στη θερμότητα. |
![]() |
Μαυροδάφνη
![]() |
Η "μαύρη δάφνη" της Ελλάδας είναι μια ποικιλία που καλλιεργείται κυρίως στην Πελοπόννησο και την Κεφαλονιά. Συνήθως αναμειγνύεται με το σταφύλι της μαύρης κορινθιακής σταφίδας για να παράγει ένα επιτραπέζιο κρασί με ξεχωριστή γεύση σταφίδας και σοκολάτας και υψηλές τανίνες. Ορισμένοι παραγωγοί το αναμιγνύουν και με άλλες ποικιλίες, παράγοντας πλούσια και γεμάτα ξηρά κόκκινα κρασιά. Όταν πριν από 150 περίπου χρόνια ο Γερμανός Γουστάβος Κλάους (Gustav Clauss) εγκαταστάθηκε έξω από την Πάτρα και οινοποίησε την πρώτη γλυκιά Μαυροδάφνη, αποκλείεται να φανταζόταν ότι θα γινόταν ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα προϊόντα του ελληνικού αμπελώνα. Ούτε βέβαια ότι σήμερα, η Μαυροδάφνη, εκτός από τα εν δυνάμει εξαιρετικά γλυκά κρασιά, με τις γεωγραφικές ενδείξεις «Μαυροδάφνη Πατρών» και «Μαυροδάφνη Κεφαλλονιάς», θα έδινε τόσο σημαντικά όσο και ιδιαίτερα ξηρά κρασιά. |
Vinsanto
Εδώ θα μιλήσουμε για ένα διάσημο κρασί παρά για μια ποικιλία. Αυτό το αποξηραμένο στον ήλιο γλυκό κρασί προέρχεται από το νησί της Σαντορίνης και δημιουργείται από τρεις λευκές ποικιλίες σταφυλιών: Ασύρτικο, Αηδάνι και Αθήρι. Είναι ένα κρασί με αρώματα σταφίδας, αποξηραμένου βερίκοκου, βατόμουρου και κεράσι μαρασκίνο, το οποίο προσφέρει επίσης εντυπωσιακές αντιθέσεις μεταξύ γλυκών και πικρών γεύσεων που προκαλούνται από τις αξιοσημείωτες τανίνες του. Το χρώμα του είναι σκούρο μπρούτζινο. |
![]() |
Μοσχάτο Σάμου
![]() |
Για πρώτη φορά το Σαμιώτικο μοσχάτο κρασί αναφέρεται σε ένα κανόνα από τον Καισάριο Δαπόντε ( 1714-1784) που γράφει: "Κρασί σκοπελίτικο, κουμανταριά κυπριώτικη, μοσχάτο σαμιώτικο και μερικά της Φραγκιάς, ….. εκλεκτά πράγματα". Στο ποίημα του Λόρδου Βύρωνα "Τα ελληνικά νησιά" υπάρχει σχετική αναφορά στον στίχο "γεμίστε ξέχειλη την κούπα σαμιώτικο κρασί!" Όπως αναφέρεται από διάφορους συγγραφείς, η ποικιλία μοσχάτο Σάμου, έχει Μικρασιατική προέλευση και είναι προϊόν μεταλλαγής. Εμφανίστηκε στη Σάμο κατά τα τέλη του 16ου αιώνα, όπου λόγω περιβάλλοντος αναπτύχθηκε με επιτυχία. Από αυτή προέρχεται η γνωστή Γαλλική ποικιλία Muscat de Frontignan που καλλιεργείται στη μεσημβρινή Γαλλία και δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι οι Γάλλοι, κατά την εποχή της φυλλοξήρας, πήραν μοσχεύματα απ' τη Σάμο και τα φύτεψαν στη Γαλλία δημιουργώντας αυτή την ποικιλία. Το κρασί της Σάμου άρχισε να γίνεται γνωστό στην Ευρώπη και από εκεί σε όλο τον κόσμο, από τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν η φυλλοξήρα κατέστρεφε τα αμπέλια της Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι και κυρίως Γάλλοι και Ιταλοί για να εξασφαλίσουν κρασί και άλλα αμπελοκομικά προϊόντα, όπως τη σταφίδα, (από την οποία κατασκεύαζαν και κρασί), στράφηκαν προς τις ανατολικές χώρες που ήταν αμόλυντες, μεταξύ των οποίων ήταν και η Σάμος. Η μεγάλη ζήτηση τέτοιων προϊόντων έφερε την αύξηση των τιμών και αυτές ήταν το κίνητρο για την επέκταση των αμπελιών, έτσι η Σάμος έγινε ένας τεράστιος αμπελώνας, αναβαθμίσθηκε και φυτεύτηκαν με αμπέλια και οι πιο άγονες περιοχές. Το Μοσχάτο Σάμου καλλιεργείται σήμερα συστηματικά κυρίως στην Σάμο, αλλά και στην βορειοδυτική Πελοπόννησο. Τη συναντάμε επίσης και στα άλλα κυκλαδίτικα νησιά, καθώς και στα Δωδεκάνησα. Είναι μια ποικιλία αρκετά παραγωγική, με σταφύλια μέτριου μεγέθους, με το χαρακτηριστικό άρωμα του μοσχάτου. Το Μοσχάτο Σάμου δίνει φυσικά γλυκά και ημίγλυκα κρασιά, που ανάλογα με την οινοποίησή τους συναντούμε αρώματα λουλουδιών, μελιού και μπαχαρικών και αποξηραμένων φρούτων, καθώς και επιτραπέζια ξηρά με το χαρακτηριστικό μοσχάτο άρωμα.Από τα πιο δημοφιλή είναι το Vin Doux, με λιγότερη οξύτητα από άλλες ποικιλίες Σαμιώτικων κρασιών. Το Samos Anthemis, ηλικίας πέντε ετών,έρχεται με ένα πορτοκαλί χρώμα και δίνει γεύσεις βουτύρου,καραμέλας και ελαφριά υποψία μελάσας. Τέλος, το Samos Nectar είναι φτιαγμένο από σταφύλια που έχουν υποστεί ξήρανση στον ήλιο και έχει παραμείνει για 3 χρόνια μέσα σε δρύινα βαρέλια. Αυτό το κρασί έχει έντονα αρώματα, πιο σκοτεινό καφέ χρώμα και παρουσιάζει χαμηλότερο επίπεδο αλκοόλ από άλλα επιδόρπια κρασιά. |
Πηγές: